Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύθηκε στην https://viosimi.gr/ .
Απόσπασμα από το βιβλίο “Αυτοδιοίκηση και Επιχειρηματικότητα” των Ν. Βαρσακέλη, Χρ. Κουτσουλιάνου, Ε. Ζήκου, Εκδόσεις ΖΥΓΟΣ, 2010
Ο ρόλος της εκπαίδευσης έχει προ πολλού αναλυθεί ως καταλυτικός παράγοντας στην οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας και μιας περιοχής. Αποτελεί ίσως το βασικό προαπαιτούμενο της ανάπτυξης. Όπως λοιπόν ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι καταλυτικός για την οικονομική ανάπτυξη, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας. Τόσο η βιβλιογραφία, όσο και η διεθνής πρακτική, συγκλίνουν σε αυτό το συμπέρασμα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η επιχειρηματική εκπαίδευση ως μέτρο πολιτικής είναι παρούσα σε όλες τις περιοχές που έχουν εφαρμόσει πολιτική για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας.
Ενώ η επικρατούσα άποψη είναι ότι επιτυχημένοι επιχειρηματίες «γεννιούνται», η επιχειρηματική ιστορία έχει δείξει ότι αυτοί είναι αποτέλεσμα και της εκπαίδευσης. Οι νέες επιχειρηματικές ιδέες κτίζονται σε παλιά θεμέλια και η εκπαίδευση έχει ως στόχο την διασπορά αυτών των παλαιών ιδεών. Όπως δείχνουμε στο σχήμα 3.3, ο ρόλος της εκπαίδευσης στα τρία στάδια ανάπτυξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας είναι σημαντικός. Στο πρώτο στάδιο της στάσης (attitude) απέναντι στην επιχειρηματικότητα και στην απόφαση για την ανάληψη της επιχειρηματικής δράσης, η εκπαίδευση παίζει ρολό αφενός μεν στην υιοθέτηση της θετικής στάσης και αφετέρου μέσω τη ανάπτυξης της ικανότητας απορρόφησης, η οποία θα δώσει τη δυνατότητα στο άτομο να αναγνωρίσει την τεχνολογική ή / και επιχειρηματική ευκαιρία. Όσο περισσότεροι μορφωμένοι άνθρωποι βρίσκονται σε μια περιοχή και μια πόλη, τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο απόλυτος αριθμός των ανθρώπων, που διαθέτοντας το γνωσιολογικό υπόβαθρο, θα αναγνωρίσουν τεχνολογικές και επιχειρηματικές ευκαιρίες από τις οποίες στην συνέχεια θα προκύψουν οι ανάλογες επιχειρηματικές δράσεις. Για παράδειγμα, ένας χημικός μηχανικός έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να αναγνωρίσει μια τεχνολογική ευκαιρία από την γνώση που δημιουργείται στον τομέα της χημείας σε σχέση με έναν πολιτικό μηχανικό ή έναν οικονομολόγο. Στο δεύτερο στάδιο, αυτό της εκκίνησης της επιχειρηματικής δράσης και στις αναγκαίες δεξιότητες για την επιβίωση και ανάπτυξη της επιχείρησης, οι απαραίτητες δεξιότητες προσφέρονται μόνο μέσα από την διαδικασία της εκπαίδευσης.
Να σημειώσουμε επίσης ότι η ύπαρξη μορφωμένου ανθρώπινου δυναμικού επιτρέπει τη δημιουργία επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που μπορούν να απασχολήσουν αυτό το ανθρώπινο δυναμικό. Για παράδειγμα, για να ξεκινήσει ένας νέος επιχειρηματίας μια επιχείρηση στον κλάδο της πληροφορικής θα πρέπει να γνωρίζει ότι εάν χρειαστεί προσωπικό θα μπορέσει να το εξασφαλίσει στην τοπική αγορά εργασίας. Δηλαδή, να υπάρχουν στην περιοχή άτομα τα οποία έχουν σπουδάσει πληροφορική. Σε αντίθετη περίπτωση θα αναγκαστεί να εκπαιδεύσει ο ίδιος τα άτομα αυτά, επιβαρυνόμενος το αντίστοιχο κόστος της εκπαίδευσης. Στην δεύτερη περίπτωση, ίσως να μην προχωρήσει στην πραγματοποίηση της επιχειρηματικής του προσπάθεια
Εάν λοιπόν τα οφέλη της εκπαίδευσης είναι προφανή στην επιχειρηματικότητα, η πολιτική ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας πρέπει να συμπεριλάβει ως βασικό εργαλείο τον σχεδιασμό και την εφαρμογή της εκπαίδευσης σε θέματα επιχειρηματικότητας. Η εκπαίδευση αυτή θα απευθύνεται:
Σε μαθητές λυκείου, γενικού και τεχνικού
Σε μαθητές τεχνικών σχολών
Σε σπουδαστές ινστιτούτων επαγγελματικής κατάρτισης
Σε φοιτητές των ΑΕΙ και ΤΕΙ
Σε μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές
Σε ειδικές ομάδες του πληθυσμούς όπως γυναίκες, νέοι και μακροχρόνια άνεργοι, μετανάστες κ.α.
Επιχειρηματικότητα στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση
Σε ορισμένες χώρες του κόσμου (Φιλανδία), η επαφή του μαθητή με την επιχειρηματικότητα γίνεται ακόμη και από το νηπιαγωγείο, στην περίπτωση της Ελλάδας, νομίζουμε, ότι καθώς η επιχειρηματική εκπαίδευση βρίσκεται ακόμη στα πρώτα της βήματα και δεν έχει αποκτηθεί η σχετική εμπειρία, σε πρώτο στάδιο η ένταξη της πρέπει να γίνει στα λύκεια.
Ενώ στα λύκεια, γενικά και επαγγελματικά, έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα σπουδών μαθήματα διοίκησης επιχειρήσεων, λογιστικής και οικονομικών, δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια για ένταξη μαθημάτων επιχειρηματικότητας, που θα αποτελούσαν και ένα έναυσμα για να σκεφτούν την επιχειρηματική δράση ως εναλλακτικής σταδιοδρομίας. Είναι παράδοξο σε μια χώρα που φθίνει συνεχώς η παρουσία μεγάλων παραγωγικών μονάδων, το εκπαιδευτικό σύστημα συνεχίζει να εκπαιδεύει ανθρώπους που θα στελεχώσουν μεγάλες επιχειρήσεις. Είναι δε αμφίβολο εάν στο μάθημα του επαγγελματικού προσανατολισμού γίνεται συζήτηση για την επιχειρηματική δράση ως επιλογή και για τα απαραίτητα προσόντα που απαιτούνται για την επιλογή αυτή.
Το μάθημα της επιχειρηματικότητας στα λύκεια μπορεί να ενταχθεί στο κανονικό πρόγραμμα μαθημάτων, εναλλακτικά, όμως, μπορεί να ενταχθεί με τη συνεργασία της τοπικής αυτοδιοίκησης στις δραστηριότητες εκτός του σχολικού προγράμματος. Θεωρούμε όμως πρωταρχικής σημασίας την ένταξη του ως μαθήματος του προγράμματος σπουδών στα επαγγελματικά λύκειο. Ένα αντίστοιχο μάθημα επιχειρηματικότητας πρέπει να περιλαμβάνει τρία κύρια στοιχεία:
Την αναγνώριση των τεχνολογικών και επιχειρηματικών ευκαιριών,
Την ανάπτυξη της ικανότητας διαχείρισης των επιχειρηματικών πόρων
Την έναρξη της επιχειρηματικής δράσης υπό συνθήκες αβεβαιότητας και κινδύνου.
Όπως και σε άλλες χώρες του κόσμου που προσπαθούν να εντάξουν το μάθημα της επιχειρηματικότητας στο πρόγραμμα σπουδών, οι αρμόδιοι είτε της εκπαίδευσης, είτε της τοπικής αυτοδιοίκησης, αντιμετωπίζουν δύο σημαντικά εμπόδια. Πρώτο, οι εκπαιδευτικοί δεν αντιλαμβάνονται πλήρως τόσο το αντικείμενο, όσο και την αξία του μαθήματος της επιχειρηματικότητας. Το εμπόδιο αυτό θεωρούμε ότι είναι ακόμη υψηλότερο στην περίπτωση του ελληνικού σχολείου, καθώς οι εκπαιδευτικοί και τα στελέχη της εκπαίδευσης και της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν μπορούν να κατανοήσουν την επιχειρηματική εκπαίδευση, ενώ σε πολλές περιπτώσεις διάκεινται αρνητικά ακόμη και στην λέξη «επιχειρηματικότητα»! Δεύτερο, οι εκπαιδευτικοί έχουν πρόβλημα να εντάξουν ένα ακόμη μάθημα στο πρόγραμμα σπουδών θεωρώντας ότι το πρόγραμμα μαθημάτων είναι ήδη επιβαρυμένο από τα υπόλοιπα μαθήματα και δεν υπάρχει χρόνος και χώρος για ένταξη αυτού του μαθήματος.
Ίσως σε πρώτο πιλοτικό στάδιο το μάθημα μπορεί να ενταχθεί στα επαγγελματικά λύκεια, οι μαθητές των οποίων είναι πιθανότερο να ασχοληθούν με την αυτοαπασχόληση. Για την επιτυχία όμως του πιλοτικού προγράμματος:
Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα σε συνεργασία με επιχειρηματικούς φορείς όπως επιμελητήρια και διεθνείς οργανισμούς, που έχουν αναπτύξει τεχνογνωσία στην επιχειρηματική εκπαίδευση, θα αναπτύξουν το πρόγραμμα σπουδών του μαθήματος και όλο το υλικό που είναι απαραίτητο για την επιτυχημένη διδασκαλία, όπως σημειώσεις, βιβλία, παρουσιάσεις, κλπ.
Στην συνέχεια, σε συνεργασία με τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση θα προσαρμόσει το πρόγραμμα του μαθήματος στις περιφερειακές και τοπικές συνθήκες.
Θα πρέπει να επιμορφωθούν κατά πρώτο λόγο οι εκπαιδευτικοί που θα προσφέρουν το μάθημα. Επιπλέον να τους δοθεί όλο το απαραίτητο υλικό που θα χρησιμοποιούν στην τάξη όπως βιβλία, σημειώσεις, παρουσιάσεις, διαδραστικές διαλέξεις. Επίσης θα πρέπει να υπάρχει διαρκής υποστήριξη για την βελτίωση του προγράμματος του μαθήματος.
Επιχειρηματικότητα και τριτοβάθμια εκπαίδευση
Τα ιδρύματα της ανώτατης εκπαίδευσης επιτελούν σημαντική λειτουργία στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων, τις στάσεις και την σταδιοδρομία της νέας γενιάς. Παράλληλα, τα ανώτατα ιδρύματα ως κύριοι μηχανισμοί της έρευνας και ανάπτυξης μπορούν να δημιουργήσουν τεχνολογικές καινοτομίες, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν πραγματικές επιχειρηματικές ευκαιρίες. Λόγω αυτών των βασικών λειτουργιών της ανώτατης εκπαίδευσης, η ένταξη της επιχειρηματικής εκπαίδευσης στα προγράμματα σπουδών οικονομικών επιστημών, πολυτεχνικών σπουδών και φυσικών επιστημών θεωρείται πλέον ως σημαντική προσφορά προς τους φοιτητές ώστε να γνωρίσουν εναλλακτικές διεξόδους σταδιοδρομίας.
Για να επιτευχθεί όμως ο στόχος της επιχειρηματικής εκπαίδευσης θα πρέπει να δημιουργηθεί μια πρώτη ομάδα ικανών εκπαιδευτών που θα μπορέσουν να μεταφέρουν την γνώση αυτή. Σε μερικές περιπτώσεις κυρίως σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, έγινε προσπάθεια για την εισαγωγή ενός μαθήματος επιχειρηματικότητας με την χρηματοδότηση της ΕΕ.
Θεωρούμε, τέλος, ότι τα προγράμματα επιχειρηματικής εκπαίδευσης θα πρέπει να προσαρμόζονται στις τοπικές συνθήκες προκειμένου να ενσωματώνονται στο πρόγραμμα η περιφερειακή και τοπική οικονομία, ώστε να είναι δυνατή η αναγνώριση τεχνολογικών και εκπαιδευτικών ευκαιριών, αλλά και τα εκπονούμενα από τους εκπαιδευόμενους επιχειρηματικά σχέδια να αναφέρονται στην οικονομία της περιφέρειας.
Κλείνοντας, τονίζουμε ότι τόσο στην ανώτατη, όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το πρόγραμμα σπουδών της επιχειρηματικής εκπαίδευσης πρέπει να πληροί ορισμένα χαρακτηριστικά ώστε να έχει την μεγαλύτερη δυνατή αποδοτικότητα:
Να στηρίζεται σε ποικιλία μαθησιακών και διδακτικών προτιμήσεων, στυλ και αναγκών.
Να βασίζεται σε αρχές και μεθοδολογίες που έχουν γίνει αντικείμενο «πειραματισμού» και εμπειρίας.
Να δίνεται έμφαση στην μάθηση μέσω της εμπειρίας, καθώς αυτός ο τρόπος έχει αποδειχθεί αρκετά ελκυστικός σε εκπαιδευόμενους όλων των ηλικιών και όλων των γνωσιολογικών επίπεδων.
Να ενσωματώνει τις καλύτερες πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες περιοχές, με ανάλογη όμως προσαρμογή στις τοπικές και πολιτισμικές συνθήκες.